Σοσίρ

Σοσίρ
(Saussure). Επώνυμο δύο Ελβετών επιστημόνων. 1. Οράτιος Βενέδικτος ντε- (1740 – 1799). Φυσιολόγος. Ανάλαβε μια σειρά επιστημονικά ταξίδια στις Άλπεις και πήρε μέρος σε δυο αναρριχήσεις στο Λευκό Όρος. Σε όλες τις περιπτώσεις έκανε πολλές γεωλογικές παρατηρήσεις. Επινόησε το υγρόμετρο με τρίχα, το ηλεκτρόμετρο, ένα ανεμόμετρο και διάφορα άλλα όργανα φυσικής, θεωρείται ο θεμελιωτής της συστηματικής μετεωρολογίας. Έγραψε διάφορα έργα της ειδικότητάς του, τα σπουδαιότερα από τα οποία τιτλοφορούνται: Ταξίδια στις Άλπεις (1779) και Δοκίμια για την υγρομετρία (1783). 2. Φερδινάνδος ντε- (1857 – 1913). Γλωσσολόγος. Από οικογένεια επιστημόνων και συγγραφέων, ο Σ. σπούδασε στα πανεπιστήμια της Γενεύης, του Βερολίνου και της Λιψίας. Εκεί το 1880, πήρε δίπλωμα διδάκτορα με μια διατριβή περί της γενικής απολύτου στη σανσκριτική. Δίδαξε συγκριτική γραμματική στο Παρίσι και κατόπιν, γυρίζοντας στη Γενεύη, ινδοευρωπαϊκή, σανσκριτική και γενική γλωσσολογία. Εκτός από τη διδακτορική διατριβή που αναφέραμε, σ’ όλη του τη ζωή ο Σ. δημοσίευσε μόνο ένα βιβλίο: Υπόμνημα για το πρωτόγονο σύστημα των φωνηέντων στις ινδοευρωπαϊκές γλώσσες (1878). Στο έργο, που μόνο του θ’ αρκούσε για να του εξασφαλίσει τη φήμη, ο Σ. αναπτύσσει όλη τη θεωρία της φωνητικής και της αποφωνίας που είναι κοινές σε όλες τις ινδοευρωπαϊκές γλώσσες. Αλλά η βαθιά επίδραση που είχε ο Σ. πάνω στη γλωσσολογία όλων των χωρών οφείλεται κυρίως στην ακούραστη διδακτική δράση του. Καρπός της διδασκαλίας του στη Γενεύη ήταν οι σημειώσεις γενικής γλωσσολογίας που, συγκεντρωμένες και δημοσιευμένες μετά το θάνατό του από τους μαθητές του, με τον τίτλο: Μαθήματα γενικής γλωσσολογίας (1916), επηρέασαν άμεσα τις οργανικές και λειτουργικές σχολές που επικρατούν σήμερα στην ευρωπαϊκή και στην αμερικανική γλωσσολογία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Νεκέρ ντε Σοσίρ, Αλμπερτίν Αντρόν — (AlbertineNecker de Saussure, Γενεύη 1766 – Μορνέ, Άνω Σαβοΐα 1841). Ελβετίδα συγγραφέας και παιδαγωγός. Κόρη ενός διάσημου φυσιοδίφη, παντρεύτηκε τον Ζακ Νεκέρ, ανιψιό του υπουργού του Λουδοβίκου ΙΣΤ’ και υπήρξε ξαδέλφη της Κυρίας ντε Σταελ.… …   Dictionary of Greek

  • δομισμός ή στρουκτουραλισμός — Επιστημονική κατεύθυνση στον τομέα της γλωσσολογίας, της εθνολογίας και σε άλλους επιστημονικούς κλάδους, σύμφωνα με την οποία τα φαινόμενα που ερευνώνται από τους κλάδους αυτούς δεν παρατηρούνται μεμονωμένα, αλλά ως στοιχεία μιας δομής, δηλαδή… …   Dictionary of Greek

  • φωτοχημεία — Μέρος της κινητικής χημείας, που αφορά τις χημικές αντιδράσεις οι οποίες προκαλούνται ή επηρεάζονται από την έκθεση ενός συστήματος σε μια ακτινοβολία. Η προσφυγή στον όρο ακτινοβολία είναι για να υποδηλωθούν, σύμφωνα με τις πλέον σύγχρονες… …   Dictionary of Greek

  • Γιάκομπσον, Ρόμαν — (Roman Jacobson, 1896 – 1982). Ρώσος γλωσσολόγος. Μετά τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο της Μόσχας, εργάστηκε ως διερμηνέας και υπό την επίδραση των θεωριών του Σοσίρ στράφηκε στη γλωσσολογία και ιδιαίτερα στη γλωσσική ανάλυση της ποίησης. Αφού… …   Dictionary of Greek

  • Ελβετία — Επίσημη ονομασία: Ελβετική Συνομοσπονδία Έκταση: 41.285 τ. χλμ Πληθυσμός: 7.258.900 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Βέρνη (122.500 κάτ. το 2001)Κράτος της κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει Δ με τη Γαλλία, Β με τη Γερμανία, Α με την Αυστρία και το Λιχτενστάιν… …   Dictionary of Greek

  • Καστοριάδης, Κορνήλιος — (Κωνσταντινούπολη 1922 – Παρίσι 1997). Φιλόσοφος. Εγκαταστάθηκε σε μικρή ηλικία στην Αθήνα, όπου σπούδασε νομικά, οικονομικά και φιλοσοφία. Από τα φοιτητικά του χρόνια σύχναζε στον κύκλο του Αρχείου Φιλοσοφίας, μέλη του οποίου ήταν, μεταξύ άλλων …   Dictionary of Greek

  • Μεγιέ, Αντουάν — (Antoine Meillet, Μουλέν, Αλιέ 1866 – Σατομεγιάν, Σερ 1936). Γάλλος γλωσσολόγος. Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της γαλλικής γλωσσολογίας των αρχών του 20ού αι. και επέδειξε έντονη επιστημονική δραστηριότητα. Επηρεάστηκε κυρίως… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”